Тепловою στα ελληνικά
Μετάφραση: тепловою, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вигукувати στα ελληνικά - άπληστος, αναφωνώ, κραυγή, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
- забути στα ελληνικά - ξεχνώ, ξεχνάμε, ξεχάστε, ξεχνούν, ξεχάσετε, ξεχνάτε
- захисний στα ελληνικά - προστάτης, αμυντικός, προστατευτικός, προστασίας, προστατευτικό, προστατευτική, προστατευτικά
- літій στα ελληνικά - λίθιο, λιθίου, του λιθίου, το λίθιο, λιθιο
Τυχαίες λέξεις
Тепловою στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές
Μεταφράσεις: θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές