Λέξη: μούστος

Σχετικές λέξεις: μούστος

μούστος λεξικό, μούστος ετυμολογία, μούστος συνταγή, μούστος συνταγές, μούστος αγορά, μούστος βράσιμο, μούστος ορισμός, μούστος πετιμέζι, μούστος παρασκευή, μούστος κρασί

Συνώνυμα: μούστος

γλεύκος

Μεταφράσεις: μούστος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
must, grape, grape must, wort, must is
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
deber, necesario, debe, deben, deberá
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
moder, müssen, maische, brunst, most, schimmel, muss, muß, darf, Most
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
falloir, devoir, faut, moisi, moût, il faut, doit, doivent
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mosto, dovere, deve, devono, necessario, must
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
obrigação, mexilhão, dever, mosto, necessário, preciso
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zullen, behoren, dienen, moeten, horen, moet, dient, must
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
требование, должен, плесень, обязанность, очевидность, муст, уверенность, должны, должна, должно, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
måtte, få, må, must
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
must, måste, skall
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
täytyy, täytyä, pitää, on, saa, must, on oltava
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
måtte, skal, må, must, maa
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
plíseň, mošt, muset, musí, musí být, moštu, musíte
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pleśń, musieć, przymus, moszcz, pleśnieć, musi, muszą, należy, gronowego, gronowy
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
must, kell, köteles, meg kell, muszáj
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şart, gerekir, olmalı, must, mutlaka
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
неохайний, повинен, має, повинна, мав, мусить
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
duhet, duhet të, duhet që
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
долен, мъст, трябва, трябва да
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абавязак, павінен, мусіць, павінна
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
veinivirre, pidama, must, peab, peavad, tuleb, tohi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
morate, moraju, mora, morati, mošt
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
verða, mega, verður, verður að, skal, skulu
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
turėti, turi, privalo, turi būti, misos, misa
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nepieciešams, jābūt, misas, misu, misa
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мора да, мора, треба, мора да се, мораат
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
must, trebui, trebuie, trebuie să, trebuie sa
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
muse, mošta, mošt, mora, morajo, mora biti
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
musieť, musí, mušt, muštu, mušt získaný, mušty
Τυχαίες λέξεις