Траса στα ελληνικά
Μετάφραση: траса, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δρόμος, διαδρομή, πορεία, διαδρομής, οδό, οδός, οδού
Μεταφράσεις
- авансування στα ελληνικά - προοδευτικός, προαγωγή, πρόοδο, εξέλιξη, πρόοδος, εξέλιξης
- боронування στα ελληνικά - οδυνηρή, βασανιστική, σπαρακτική, βασανιστικό, σπαρακτικές
- веселіше στα ελληνικά - διασκέδαση, τη διασκέδαση, διασκεδαστικό, διασκέδασης, διασκεδάσουν
- колеться στα ελληνικά - Colette, Κολέτ, της Colette, την Colette
Τυχαίες λέξεις
Траса στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δρόμος, διαδρομή, πορεία, διαδρομής, οδό, οδός, οδού
Μεταφράσεις: δρόμος, διαδρομή, πορεία, διαδρομής, οδό, οδός, οδού