Трус στα ελληνικά
Μετάφραση: трус, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπαριστώ, αναδημιουργώ, σεισμός, σεισμό, σεισμού, σεισμούς, σεισμό του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- буйно στα ελληνικά - ευδοκιμώ, προκόβω, ευημερώ, άτακτα, άτακτη, ομαλές, μη ομαλές, ...
- вмішуватися στα ελληνικά - λαθροκυνηγός, παρεμβαίνει, παρεμβαίνουν, παρέμβει, παρεμποδίζουν, παρεμβάλλονται
- грамотний στα ελληνικά - αρμόδιος, αρμόδιες, αρμόδια, αρμόδιων, αρμόδιο
- метеорит στα ελληνικά - αερόλιθος, μετεωρίτη, μετεωρίτης, μετεωριτών, των μετεωριτών
Τυχαίες λέξεις
Трус στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπαριστώ, αναδημιουργώ, σεισμός, σεισμό, σεισμού, σεισμούς, σεισμό του
Μεταφράσεις: αναπαριστώ, αναδημιουργώ, σεισμός, σεισμό, σεισμού, σεισμούς, σεισμό του