Утримувач στα ελληνικά
Μετάφραση: утримувач, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλοξενώ, θήκη, οικοδεσπότης, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
Μεταφράσεις
- атавістичний στα ελληνικά - πατρογονικός, προγονικός, αταβιστικός, αταβιστική, αταβιστικό, αταβιστικές, αταβιστικών
- веретено στα ελληνικά - μασούρι, κουβαρίστρα, πηνίο, μπομπίνα, μπομπίνας
- концерт στα ελληνικά - συναυλία, συναυλίες, για συναυλίες, συναυλιών, συναυλίας
- методології στα ελληνικά - μεθοδολογία, μεθοδολογίας, μέθοδος, μεθοδολογία που, μέθοδο
Τυχαίες λέξεις
Утримувач στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλοξενώ, θήκη, οικοδεσπότης, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
Μεταφράσεις: φιλοξενώ, θήκη, οικοδεσπότης, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου