Λέξη: παραπονιέμαι

Σχετικές λέξεις: παραπονιέμαι

παραπονιέμαι συνώνυμα, παραπονιέμαι αγγλικά, παραπονιέμαι στο ντουνιά, παραπονιέμαι στα αγγλικά, παραπονιέμαι μετάφραση

Μεταφράσεις: παραπονιέμαι

παραπονιέμαι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
complain, complaining, moaning

παραπονιέμαι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
quejarse, lamentarse, quejarme, quejan, quejar, queja

παραπονιέμαι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
jammern, klagen, beschweren, beklagen, beschweren sich

παραπονιέμαι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
plains, gémir, plaignons, réclamer, accuser, plomber, geindre, plaindre, se plaindre, plainte, plaignent, se plaignent

παραπονιέμαι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lamentare, lagnarsi, lamentarsi, reclamare, lamentano, lamentarmi, protestare

παραπονιέμαι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
queixar-se, reclamar, querelar, queixar, queixam, se queixam

παραπονιέμαι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
klagen, te klagen, klacht, beklagen, verwijten

παραπονιέμαι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
нарекать, хныкать, пожаловаться, причитать, сетовать, нажаловаться, пенять, роптать, посетовать, жаловаться, жалуются, жалуются на

παραπονιέμαι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
klage, klager, å klage, klager over, ikke klage

παραπονιέμαι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
klaga, klagar, klagomål, klagar över, klagar på

παραπονιέμαι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
harmitella, mankua, valittaa, nalkuttaa, kannella, valittavat, arvostelevat

παραπονιέμαι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
klage, klager, beklage, at klage, klager over

παραπονιέμαι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
reklamovat, naříkat, žalovat, stěžovat si, stěžovat, stěžují, si stěžují

παραπονιέμαι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
naskarżyć, reklamować, poskarżyć, skarżyć, żalić, narzekać, uskarżać, skarżyć się, wnieść skargę, skarżą, skarżą się

παραπονιέμαι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
panaszkodik, panaszkodnak, panaszt, panaszkodni

παραπονιέμαι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şikayet, şikayette, şikayetçi, şikâyet

παραπονιέμαι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жалітись, нарікати, поскаржитися, жалітися, поскаржитись, пожаловаться, афера

παραπονιέμαι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ankohem, ankohen, ankoheni, të ankohen, ankohet

παραπονιέμαι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оплаче, оплакват, се оплакват, се оплаче

παραπονιέμαι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паскардзіцца, афёра, пажаліцца, вікінг

παραπονιέμαι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kurtma, hädaldama, kaebama, kurdavad, kaebavad, kaevata

παραπονιέμαι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jadikovati, žaliti se, žale, žaliti, se žale, se žaliti

παραπονιέμαι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kvarta, að kvarta, kvartað, kvarta undan, kvarta yfir

παραπονιέμαι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skųstis, skundžiasi, skundą, pateikti skundą

παραπονιέμαι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sūdzēties, sūdzas, sūdzību, iesniegt sūdzību

παραπονιέμαι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
се жалат, жалат, жалите, жали, се жали

παραπονιέμαι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pritožujejo, pritoževati, se pritožujejo, pritožijo

παραπονιέμαι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sťažnosť, sťažovať, podať sťažnosť
Τυχαίες λέξεις