Фальсифікувати στα ελληνικά

Μετάφραση: фальсифікувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιατρός, πλαστογράφηση, παραποιούν, την πλαστογράφηση, διαψεύσει, την παραποίηση
Фальсифікувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • допотопний στα ελληνικά - προκατακλυσμιαίος, προκατακλυσμιαίο, προκατακλυσμιαία, προκατακλυσμιαίους, απηρχαιωμένες
  • зрадіти στα ελληνικά - χαίρομαι, χαίρονται, χαίρεται, χαιρόμαστε, χαρούν
  • карий στα ελληνικά - καφέ, καστανός, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά
  • красильник στα ελληνικά - ζωγράφοι, ζωγράφους, ζωγράφων, τους ζωγράφους, οι ζωγράφοι
Τυχαίες λέξεις
Фальсифікувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιατρός, πλαστογράφηση, παραποιούν, την πλαστογράφηση, διαψεύσει, την παραποίηση