Фортифікація στα ελληνικά

Μετάφραση: фортифікація, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οχύρωση, οχύρωσης, οχυρωματικό, οχυρωματικά, οχυρωματικού
Фортифікація στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • врегулювати στα ελληνικά - κανονισμός, ρύθμιση, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
  • газети στα ελληνικά - ημερομηνία, χουρμάς, Εφημερίδες, εφημερίδων, Εφημερίδες Δωμάτια, Εφημερίδες Δωμάτια για, τις εφημερίδες
  • заволікати στα ελληνικά - αχλή, καταχνιά, επιστήσει, συντάξει, κλήρωση, επιστήσω, επιστήσω την
  • змінення στα ελληνικά - αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, αλλαγή του, την αλλαγή
Τυχαίες λέξεις
Фортифікація στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οχύρωση, οχύρωσης, οχυρωματικό, οχυρωματικά, οχυρωματικού