Ціле στα ελληνικά
Μετάφραση: ціле, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δελεάζω, παρασύρω, ολόκληρο, ολόκληρος, όλο, σύνολό, ολόκληρο το
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- даровий στα ελληνικά - απλήρωτη, πριν από την καταβολή, άνευ αποδοχών, άνευ, μη αμειβόμενη
- забезпечений στα ελληνικά - υπό την προϋπόθεση, παρέχεται, υπό τον όρο, παρέχονται, προβλέπεται
- засланець στα ελληνικά - εξορία, εξορίας, την εξορία, εξόριστος, εξόριστο
- калібрування στα ελληνικά - βαθμονόμησης, βαθμονόμηση, διακρίβωσης, διακρίβωση, διακριβώσεως
Τυχαίες λέξεις
Ціле στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δελεάζω, παρασύρω, ολόκληρο, ολόκληρος, όλο, σύνολό, ολόκληρο το
Μεταφράσεις: δελεάζω, παρασύρω, ολόκληρο, ολόκληρος, όλο, σύνολό, ολόκληρο το