Череп στα ελληνικά
Μετάφραση: череп, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρανίο, καύκαλο, κρανίου, του κρανίου, το κρανίο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акведук στα ελληνικά - οχετός, υδραγωγείο, υδραγωγείου, το υδραγωγείο, του υδραγωγείου
- відкликання στα ελληνικά - απόσυρση, ανάκληση, απόσυρσης, υπαναχώρησης, αποχώρηση
- економія στα ελληνικά - οικονομία, σωτηρία, εξοικονόμηση, εξοικονόμησης, αποθήκευση
- каліцтві στα ελληνικά - ακρωτηριασμός, ακρωτηριασμό, ακρωτηριασμού, οργάνων των γυναικών, ακρωτηριασμοί
Τυχαίες λέξεις
Череп στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρανίο, καύκαλο, κρανίου, του κρανίου, το κρανίο
Μεταφράσεις: κρανίο, καύκαλο, κρανίου, του κρανίου, το κρανίο