Λέξη: ενημέρωση

Σχετικές λέξεις: ενημέρωση

ενημέρωση συνώνυμα, ενημέρωση 24, ενημέρωση πελοποννήσου, ενημέρωση εκκαθάρισης, ενημέρωση υπηρεσιών δόμησης, ενημέρωση υπολοίπου cosmote, ενημέρωση του google chrome, ενημέρωση μεγάρων, ενημέρωση κέρκυρα, ενημέρωση λογαριασμού cosmote

Συνώνυμα: ενημέρωση

πληροφορίες, πληροφορία

Μεταφράσεις: ενημέρωση

ενημέρωση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
briefing, updating, information, update, updated

ενημέρωση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
actualización, la actualización, actualizar, de actualización, actualización de

ενημέρωση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einweisung, Aktualisierung, Aktualisierungs, Aktualisieren, Update, die Aktualisierung

ενημέρωση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
instruction, briefing, réactualisation, mise à jour, la mise à jour, actualisation, mettre à jour

ενημέρωση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
aggiornamento, l'aggiornamento, di aggiornamento, aggiornamenti, all'aggiornamento

ενημέρωση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
atualização, actualização, atualizar, a actualização, de atualização

ενημέρωση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bijwerken, updating, actualisering, bijwerking, updaten

ενημέρωση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
оперативка, брифинг, указание, инструктаж, обновление, обновления, обновлении, модификация

ενημέρωση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oppdatering, oppdatere, oppdateres, oppdaterer, å oppdatere

ενημέρωση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
uppdatering, uppdateringen, uppdatera, uppdateras, uppdateringar

ενημέρωση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
selvitys, päivittäminen, ajan tasalle, päivittämistä, ajantasaistaminen, ajantasaistamista

ενημέρωση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
opdatering, ajourføring, ajourføringen, ajourføre, opdateringen

ενημέρωση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
instruktáž, aktualizace, aktualizaci, aktualizací, aktualizování, aktualizovat

ενημέρωση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pouczenie, odprawa, aktualizacja, uaktualnianie, aktualizowanie, aktualizacji, aktualizację

ενημέρωση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kitanítás, kiokosítás, frissítése, aktualizálása, frissítését, frissítésére, naprakésszé tétele

ενημέρωση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
güncelleme, güncelleştirme, güncellenmesi, güncelleştirilmesi, güncellemesi

ενημέρωση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
указівку, вказівку, указівка, вказування, оновлення, поновлення, відновлення

ενημέρωση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përditësimi, përditësimin, azhornimi, azhurnimi, azhurnimin

ενημέρωση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
инструктаж, актуализиране, осъвременяване, актуализация, обновяване, актуализирането

ενημέρωση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абнаўленне

ενημέρωση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
infotund, ajakohastamine, uuendamine, ajakohastamise, ajakohastamist, ajakohastamiseks

ενημέρωση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
obuka, instrukcija, ažuriranje, promjene, ažuriranja, obnavljanje, ažuriranju

ενημέρωση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
uppfærslu, uppfæra, uppfærsla, endurnýja, að uppfæra

ενημέρωση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atnaujinimas, atnaujinti, atnaujinimo, atnaujinimą, atnaujinimu

ενημέρωση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atjaunināšana, atjaunināšanu, atjaunināšanas, aktualizēšana

ενημέρωση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ажурирање, ажурирање на, надградба, ажурирањето, осовременување

ενημέρωση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
actualizare, actualizarea, de actualizare, actualizării, actualizare a

ενημέρωση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
posodabljanje, posodabljanja, posodobitev, posodobitve, ažuriranje

ενημέρωση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
aktualizácia, aktualizácie, úprava, updaty, kontrola

Στατιστικά δημοτικότητας: ενημέρωση

Τυχαίες λέξεις