Черепок στα ελληνικά
Μετάφραση: черепок, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θραύσμα, σταμνί, τσουκάλι, σαράβαλο, crock, γκιούμι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ганьба στα ελληνικά - ταπείνωση, ντροπή, όνειδος, κρίμα, στίγμα, δυσμένεια, ντροπής, ...
- замкненість στα ελληνικά - περιορίζω, απομόνωση, απομόνωσης, την απομόνωση, μεμονωμένα, η απομόνωση
- здоровенний στα ελληνικά - βαρύς, βαριά, βαρύ, βαριές, υπέρογκο
- знайдений στα ελληνικά - βρήκα, ιδρύω, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
Τυχαίες λέξεις
Черепок στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θραύσμα, σταμνί, τσουκάλι, σαράβαλο, crock, γκιούμι
Μεταφράσεις: θραύσμα, σταμνί, τσουκάλι, σαράβαλο, crock, γκιούμι