Шар στα ελληνικά
Μετάφραση: шар, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυκνότητα, ανάχωμα, όχθη, τράπεζα, νιφάδα, στρώμα, στιβάδα, στρώση, στοιβάδα, στρώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бути στα ελληνικά - υπάρχω, είναι, να, να είναι, ήταν
- задавити στα ελληνικά - παράκαμψης, παράκαμψη, υπέρβασης, υπέρβαση, υπερισχύουν
- звільнення στα ελληνικά - διακοπές, λεηλατώ, τρεμουλιάζω, χειραφέτηση, αθώωση, αφορμή, απολύω, ...
- керований στα ελληνικά - ελεγχόμενη, ελεγχόμενες, ελεγχόμενης, ελεγχόμενο, την ελεγχόμενη
Τυχαίες λέξεις
Шар στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυκνότητα, ανάχωμα, όχθη, τράπεζα, νιφάδα, στρώμα, στιβάδα, στρώση, στοιβάδα, στρώματος
Μεταφράσεις: πυκνότητα, ανάχωμα, όχθη, τράπεζα, νιφάδα, στρώμα, στιβάδα, στρώση, στοιβάδα, στρώματος