Шило στα ελληνικά
Μετάφραση: шило, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σουβλί, ξέστρο, σουβλιού, σουβλί που, τρυπητήρι, σουβλί τσαγκάρη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безпутний στα ελληνικά - ομοφυλόφιλος, gay, Φιλικό προς τους, γκέι, Φιλικό προς
- благодійництво στα ελληνικά - ψυχικό, φιλανθρωπία, Φιλανθρωπικά, Φιλανθρωπική, Φιλανθρωπικό, Charity
- волох στα ελληνικά - Volokh
- канібал στα ελληνικά - καννίβαλος, ανθρωποφάγος, Cannibal, κανίβαλος, κανιβάλων
Τυχαίες λέξεις
Шило στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σουβλί, ξέστρο, σουβλιού, σουβλί που, τρυπητήρι, σουβλί τσαγκάρη
Μεταφράσεις: σουβλί, ξέστρο, σουβλιού, σουβλί που, τρυπητήρι, σουβλί τσαγκάρη