Єдина στα ελληνικά
Μετάφραση: єдина, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλήρης, περιεκτικός, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- батько στα ελληνικά - πατέρας, πατέρα, ο πατέρας, τον πατέρα, του πατέρα
- відстояти στα ελληνικά - αμύνομαι, υπερασπίζω, υπερασπίζομαι, προστατεύω, υπερασπιστεί, υπερασπιστούν, υπερασπίσει, ...
- дебют στα ελληνικά - ντεμπούτο, το ντεμπούτο, ντεμπούτο του
- дуже-дуже στα ελληνικά - ειδικά, πολύ, ιδίως, μενεξές, επίσης, υπερβολικά, εξαιρετικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Єдина στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλήρης, περιεκτικός, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας
Μεταφράσεις: πλήρης, περιεκτικός, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας