Ілюструвати στα ελληνικά

Μετάφραση: ілюструвати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εικονογραφώ, διευκρινίζω, επεξηγώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, απεικονίσουν
Ілюструвати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • береза στα ελληνικά - σημύδα, σημύδας, σημύδων, η σημύδα, από σημύδα
  • вирішувати στα ελληνικά - υπολογίζω, απήχηση, καθορίζω, αποφασίζω, προσδιορίζω, ηχηρότητα, λύσει, ...
  • лагідність στα ελληνικά - γαλήνη, πραότητα, ευγένεια, gentleness, ηπιότητα, απαλότητα
  • любої στα ελληνικά - δαπανηρός, ακριβός, αγαπητός, Αγαπητέ, Αγαπητοί, αγαπητή, Αξιότιμοι
Τυχαίες λέξεις
Ілюструвати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εικονογραφώ, διευκρινίζω, επεξηγώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, απεικονίσουν