Імла στα ελληνικά
Μετάφραση: імла, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάθος, αχλή, καταχνιά, ομίχλη, θολότητα, θολώματος, θολότητας
Μεταφράσεις
- дратівний στα ελληνικά - σέρτικος, πνιγηρός, στυφός, πικρός, κιγκλίδωμα, τρίψιμο, το τρίψιμο, ...
- зменшення στα ελληνικά - μείωση, μείωσης, τη μείωση, μείωση της, αναγωγή
- кандидат στα ελληνικά - αιτών, υποψήφιος, φιλόδοξος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο
- лен στα ελληνικά - λινό, λινάρι, λίνου, λίνο, του λίνου, λιναριού
Τυχαίες λέξεις
Імла στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάθος, αχλή, καταχνιά, ομίχλη, θολότητα, θολώματος, θολότητας
Μεταφράσεις: λάθος, αχλή, καταχνιά, ομίχλη, θολότητα, θολώματος, θολότητας