Διευθετώ στα αγγλικά

Μετάφραση: διευθετώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
resolve, marshal, readjust, arrange, compose
Διευθετώ στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διευθετώ

adjust
  • κανονίζω
  • προσαρμόζω
  • διευθετώ
  • ρυθμίζω
arrange
  • διευθετώ
  • κανονίζω
compose
  • συνθέτω
  • συντάσσω
  • στοιχειοθετώ
  • συγκροτώ
  • απαρτίζω
  • διευθετώ
marshal
  • διευθετώ
  • παρατάσσω
readjust
  • διευθετώ πάλι
  • διευθετώ

Σχετικές λέξεις: διευθετώ

διευθετώ συνώνυμο, διευθετώ σημασια, διευθετώ συνώνυμα, διευθετώ μεταφραση, διευθετώ στα αγγλικά, διευθετώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, διευθετώ στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • διερωτώμαι στα αγγλικά - wonder, I wonder, I am wondering, wondering, I ask myself
  • διευθέτηση στα αγγλικά - configuration, arrangement, adjustment, settlement, settlement of, settle
  • διευθυντής στα αγγλικά - manager, director, manage, Director shall, director of
  • διευθυντικός στα αγγλικά - managerial
Τυχαίες λέξεις
Διευθετώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: resolve, marshal, readjust, arrange, compose