Ćwiczenie στα ελληνικά
Μετάφραση: ćwiczenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρακτική, τροχός, άσκηση, εκπαίδευση, τριβελίζω, προπονούμενος, δραστηριότητα, προπόνηση, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- altanka στα ελληνικά - εσοχή, σηκός, κληματαριά, Arbor, Άρμπορ, άτρακτο, ομπρέλα ήλιου
- anarchiczny στα ελληνικά - αναρχικός, αναρχική, αναρχικό, άναρχη, άναρχο
- asteryzm στα ελληνικά - Αστερισμός, asterism
- brodawkowaty στα ελληνικά - θηλοειδής, Papillary, Θηλωματώδη, Θηλώδες, το θηλοειδές
Τυχαίες λέξεις
Ćwiczenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρακτική, τροχός, άσκηση, εκπαίδευση, τριβελίζω, προπονούμενος, δραστηριότητα, προπόνηση, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία
Μεταφράσεις: πρακτική, τροχός, άσκηση, εκπαίδευση, τριβελίζω, προπονούμενος, δραστηριότητα, προπόνηση, άσκησης, την άσκηση, ασκήσεως, διαδικασία