Λέξη: γκάλοπ
Σχετικές λέξεις: γκάλοπ
γκάλοπ πειραιάς, γκάλοπ για δήμο πειραιά, γκάλοπ ποτάμι, γκάλοπ περιφέρεια θεσσαλίας, γκάλοπ εκλογών, γκάλοπ πειραιά, γκάλοπ ευρωεκλογών, γκάλοπ περιφέρεια κεντρικής μακεδονίας, γκάλοπ ευρωεκλογές, γκάλοπ δήμος αθηναίων
Συνώνυμα: γκάλοπ
ψηφοφορία, παπαγάλος, εκλογικός κατάλογος, κεφαλή
Μεταφράσεις: γκάλοπ
γκάλοπ στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gallop, poll, Gallop, polls, Gallops, opinion poll
γκάλοπ στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
galuchar, galopar, galope, encuesta, voto rápido, sondeo, encuesta de, votación
γκάλοπ στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
galopp, Umfrage, Abstimmung, Quick Vote
γκάλοπ στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
galoper, galop, sondage, vote rapide, scrutin, vote, enquête
γκάλοπ στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
galoppo, galoppare, sondaggio, voto, voto rapido, scrutinio, argomento
γκάλοπ στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
galeria, galopar, votação, eleição, pesquisa, voto rápido, enquete
γκάλοπ στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
galopperen, nek, poll, enquête, opiniepeiling, peiling
γκάλοπ στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
намёт, скачка, галоп, заскакивать, галопировать, скок, проскакать, голосование, опрос, опроса, опросов, Poll
γκάλοπ στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
galopp, meningsmåling, avstemning, målingen, meningsmålingen, menings
γκάλοπ στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
galopp, enkät, poll, opinionsundersökning, omröstningen, omröstning
γκάλοπ στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laukata, äänestys, pikakyselystä, Poll, Äänestysarkisto, kyselyn
γκάλοπ στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
meningsmåling, afstemningen, afstemning, undersøgelse, måling
γκάλοπ στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
trysk, cválat, hlasování, ankety, průzkum, anketa, hlasování na
γκάλοπ στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
galop, galopować, oklepać, cwałować, cwałowanie, cwał, przegalopować, głosowanie, badanie opinii publicznej, ankieta, sondaż, poll
γκάλοπ στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
galopp, szavazás, Poll, szavazást, lekérdezési
γκάλοπ στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
anket, Oy verildi anket, Oy verildi anket üzerine, anketi, Ankette
γκάλοπ στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
галоп, голосування
γκάλοπ στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sondazh, Sondazhi, sondazh i, anketë, anketë e
γκάλοπ στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
галоп, гласуване, Анкета, Оценете сайта, Социологически анкети, анкетата
γκάλοπ στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
галасаванне, галасаваньне
γκάλοπ στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
galopp, kappama, galopeerima, küsitlus, küsitluse, küsitluses, poll, küsitlust
γκάλοπ στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
galop, anketa, anketi, Poll, ankete, Istrazzivanje
γκάλοπ στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
könnun, skoðanakönnun, kosning, Könnuninni, Könnunin
γκάλοπ στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apklausa, Poll, apklausą, balsavimas
γκάλοπ στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
balsošana, aptauja, Poll, aptaujas, aptauju
γκάλοπ στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
анкета, анкетата, Според една анкета, анкетни, од анкетата
γκάλοπ στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
galop, poll, sondaj, sondaj de opinie, sondaj de, sondajului
γκάλοπ στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
anketa, poll, raziskava, anketa je, anketi
γκάλοπ στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hlasovanie, hlasovania, hlasovaní, o hlasovaní