Δραστηριότητα στα πολωνικά

Μετάφραση: δραστηριότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ożywienie, czynność, ćwiczenie, działanie, działalność, aktywność, zajęcie, energia, działalności
Δραστηριότητα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δραστηριότητα

δραστηριότητα συνώνυμα, δραστηριότητα αγγλικα, δραστηριότητα αναψυχής, δραστηριότητα στα αγγλικά, δραστηριότητα συνείδηση προσωπικότητα, δραστηριότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, δραστηριότητα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • δραστήριος στα πολωνικά - czynny, dynamiczny, energetyczny, żywy, energiczny, sprężysty, aktywny, ...
  • δραστηριοποιούμαι στα πολωνικά - chwytak, objąć, zmaganie, zmagać, walka, chwytać, chwyt, ...
  • δραστικός στα πολωνικά - stanowczy, drastyczny, silny, mocny, potężny, skuteczny, silnym
  • δρεπάνι στα πολωνικά - kosa, scythe, kosy, kosą, posiec
Τυχαίες λέξεις
Δραστηριότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ożywienie, czynność, ćwiczenie, działanie, działalność, aktywność, zajęcie, energia, działalności