Aktywny στα ελληνικά

Μετάφραση: aktywny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενεργός, ακμαίος, δραστήριος, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών
Aktywny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktywnie στα ελληνικά - ενεργά, δραστήρια, ενεργό, ενεργώς, ενεργά την
  • aktywność στα ελληνικά - δραστηριότητα, δραστηριότητας, δραστικότητα, δράση, δραστηριοτήτων
  • aktywowanie στα ελληνικά - ενεργοποίηση, δραστηριοποίηση, ενεργοποίησης, την ενεργοποίηση, ενεργοποιήσεως
  • aktywować στα ελληνικά - ενεργοποιώ, περιμένω, περίμενε, ενεργοποιήσετε, ενεργοποιούν, ενεργοποιήσει, ενεργοποιήσεις το, ...
Τυχαίες λέξεις
Aktywny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενεργός, ακμαίος, δραστήριος, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών