Bezecnik στα ελληνικά
Μετάφραση: bezecnik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλιάνθρωπος, αχρείος, κάθαρμα, αχρείων, καθάρματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezeceństwo στα ελληνικά - κακία, πονηρία, την κακία, κακίας, την πονηρία
- bezechowy στα ελληνικά - ανηχοϊκ, αντιηχητικοί, ανηχοϊκό, ανηχωικού, ανηχητικό
- bezecny στα ελληνικά - σατανικός, κακός, κακόφημος, περίφημο, διαβόητη, κακόφημο, διαβόητο
- bezgorączkowy στα ελληνικά - feverless
Τυχαίες λέξεις
Bezecnik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλιάνθρωπος, αχρείος, κάθαρμα, αχρείων, καθάρματος
Μεταφράσεις: παλιάνθρωπος, αχρείος, κάθαρμα, αχρείων, καθάρματος