Blefować στα ελληνικά
Μετάφραση: blefować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπλόφα, ντόμπρος, ευθύς, Bluff, του Bluff, μπλόφας, το Bluff
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- blefiarz στα ελληνικά - μπλοφατζής, στις μπλόφες
- blefowanie στα ελληνικά - μπλόφα, μπλόφες, μπλοφάρει, μπλοφάρουν, η μπλόφα
- blejtram στα ελληνικά - φορείο, φορείου, το φορείο, εκτάσεως, φορεία
- blenda στα ελληνικά - διάφραγμα, διαφράγματος, του διαφράγματος, το διάφραγμα, μεμβράνη
Τυχαίες λέξεις
Blefować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπλόφα, ντόμπρος, ευθύς, Bluff, του Bluff, μπλόφας, το Bluff
Μεταφράσεις: μπλόφα, ντόμπρος, ευθύς, Bluff, του Bluff, μπλόφας, το Bluff