Λέξη: παπαγαλίστικος
Μεταφράσεις: παπαγαλίστικος
παπαγαλίστικος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rote, with rote
παπαγαλίστικος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rutina, memoria, de memoria, rote, memorístico
παπαγαλίστικος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rote, auswendig, Roten, der Roten
παπαγαλίστικος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
routine, rote, cœur, par cœur, par coeur, mémorisation
παπαγαλίστικος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
rote, meccanico, a memoria, meccanicamente, a Rote
παπαγαλίστικος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
hábito, rote, mecânica, memorização, mecanicamente
παπαγαλίστικος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rote, het hoofd, uit het hoofd
παπαγαλίστικος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
зубрежка, запоминание, наизусть, Rote, Роте, Механическое, механическое запоминание
παπαγαλίστικος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rote, utenat, å rote, oppramset, utenats
παπαγαλίστικος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rote, utan, utantill
παπαγαλίστικος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rutiini, rote, ulkoa, ulkomuistista, Bomford
παπαγαλίστικος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
rote, udenad, remse, udenadslære, af Rote
παπαγαλίστικος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
rutina, Rote, nazpaměť, Červené, mechanického myšlení
παπαγαλίστικος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rutyna, uczenie się na pamięć, rote, na pamięć
παπαγαλίστικος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megszokás, Rote, gépies, gépiesen, a gépies
παπαγαλίστικος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alışılmış hareket, Rote, ezberci, ezbere, ezber
παπαγαλίστικος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зубріння, напам'ять, напам`ять
παπαγαλίστικος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rutinë, përmendsh
παπαγαλίστικος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рутина, механично запомняне, наизуст, рутинно, механичното
παπαγαλίστικος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
на памяць, памяць, напамяць
παπαγαλίστικος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pähetuupimine, mehaaniline harjumus, ROTE, pähe, tatud mehaanilise
παπαγαλίστικος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
učenje napamet, napamet, naizust, Rote, sjećanju
παπαγαλίστικος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Rote
παπαγαλίστικος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bangų mūša, Rote, atmintinai
παπαγαλίστικος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
Rote, satiksmes ceļam
παπαγαλίστικος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
напамет, памтат, памет, на памет, механичко
παπαγαλίστικος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
învăța papagalicește, rost, dinafară, de rost, mecanic
παπαγαλίστικος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
rote, pamet, z ROTE, Naizust, na pamet
παπαγαλίστικος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rutina, rutinné, rutiny