Bystro στα ελληνικά

Μετάφραση: bystro, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαμπερά, λαμπρά, απότομα, κατακόρυφα, σημαντικά, έντονα, αισθητά
Bystro στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bylina στα ελληνικά - πολυετή, αιώνιο, πολυετείς, πολυετές, πολυετών
  • bylinowy στα ελληνικά - πολυετή, αιώνιο, πολυετείς, πολυετές, πολυετών
  • bystrooki στα ελληνικά - ανοιχτομάτης, έχει κοφτερό μάτι, κοφτερό μάτι, οποίος έχει κοφτερό μάτι
  • bystrość στα ελληνικά - οξύνοια, επιδεξιότητα, επιτηδειότητα, δεξιοτεχνία, διορατικότητα, ευστροφία, καπατσοσύνη, ...
Τυχαίες λέξεις
Bystro στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαμπερά, λαμπρά, απότομα, κατακόρυφα, σημαντικά, έντονα, αισθητά