Chrypliwy στα ελληνικά
Μετάφραση: chrypliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βραχνός, ενοχλητικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chrypieć στα ελληνικά - κοάζω, σχάρα, εσχάρας, σχάρας, εσχάρα, της εσχάρας
- chrypka στα ελληνικά - βραχνάδα, βράγχος φωνής, βράγχος, τη βραχνάδα, βραχνάδας
- chrystianizacja στα ελληνικά - Ο εκχριστιανισμός, εκχριστιανισμός, εκχριστιανισμό, εκχριστιανισμού, τον εκχριστιανισμό
- chrystianizm στα ελληνικά - χριστιανισμός, Χριστιανισμού, Χριστιανισμό, ο Χριστιανισμός, τον Χριστιανισμό
Τυχαίες λέξεις
Chrypliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βραχνός, ενοχλητικός
Μεταφράσεις: βραχνός, ενοχλητικός