Czepliwy στα ελληνικά

Μετάφραση: czepliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόλλα, κολλητικός, κολλώδης, προσκολλητώς, κολλώδες, κολλώδη, κολλώδεις
Czepliwy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • czepiać στα ελληνικά - τσιμπολόγημα, συνδέομαι, προσκολλώμαι, προσφυόμενου, προσφυόμενον, προσκολλώνται
  • czepić στα ελληνικά - καλύπτρα, COIF
  • czepny στα ελληνικά - κόλλα, κολλητικός, κολλώδης
  • czereda στα ελληνικά - συσκευάζω, κατακλύζω, φιλοξενώ, τράπουλα, οικοδεσπότης, πλήθος, πακέτο, ...
Τυχαίες λέξεις
Czepliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόλλα, κολλητικός, κολλώδης, προσκολλητώς, κολλώδες, κολλώδη, κολλώδεις