Λέξη: θεωρία

Σχετικές λέξεις: θεωρία

θεωρία της σχετικότητας, θεωρία δαρβίνου, θεωρία και πράξη, θεωρία των χορδών, θεωρία γραφημάτων, θεωρία πράξη και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, θεωρία του χάους, θεωρία παιγνίων, θεωρία του νου, θεωρία των δύο άκρων, θεωρία σχετικότητας

Συνώνυμα: θεωρία

ιδέα, θέα, άποψη, όψη, φρόνημα, σκοπός, έννοια, αντίληψη, γνώμη, δόγμα, κερδοσκοπία, προβληματισμός, σκέψη, μελέτη, ενατένιση, αναπόληση, διαλογισμός, πρόβλεψη

Μεταφράσεις: θεωρία

θεωρία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
theory, doctrine, theory of, the theory

θεωρία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
teoría, la teoría, teoría de, la teoría de, teoría del

θεωρία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hypothese, theorie, annahme, Theorie, der Theorie, theoretisch

θεωρία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
théorie, science, gamme, hypothèse, la théorie, théorie de, théorique, théories

θεωρία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
teoria, la teoria, teoria della, teoria del, teoria di

θεωρία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
então, teoria, hipótese, a teoria, teoria de, teoria da, teoria do

θεωρία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hypothese, theorie, veronderstelling, onderstelling, de theorie, theorie van

θεωρία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
драматургия, гипотеза, предположение, учение, теория, теории, теорию, теорией

θεωρία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
teori, teorien, teoretiske, det teoretiske

θεωρία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
teori, teorin, teoretiskt

θεωρία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
teoria, oletus, hypoteesi, teorian, teoriassa, teoriaa, teoriaan

θεωρία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
teori, teorien, teoretisk

θεωρία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
teorie, teorii, teorií

θεωρία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
teoria, teorii, teorię, teorią

θεωρία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
teória, elmélet, elmélete, elméletet, elméletét, elméletben

θεωρία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
varsayım, kuram, teori, teorisi, kuramı, teorisinin

θεωρία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
теорія

θεωρία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
teoria, teori, teoria e, teorinë, teori e

θεωρία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
теория, хипотеза, теорията, теорията на, теория на

θεωρία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тэорыя

θεωρία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
teooria, teoreetiliselt, teooriat, teoreetilisest, teoorias

θεωρία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
teorija, teorije, teoriji, teoriju, je teorija

θεωρία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kenning, kenningin, kenningar, kenningu, kenningum

θεωρία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
hipotezė, teorija, teorijos, teoriją, teorijoje

θεωρία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
hipotēze, teorija, teoriju, teorijas, teorijā

θεωρία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
теорија, хипотеза, теоријата, теоријата на, теорија на, на теоријата

θεωρία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
teorie, ipoteză, teoria, teoriei, teoretic, teorii

θεωρία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
názor, teorija, teorije, teorijo, teoriji

θεωρία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dohad, názor, teória, teórie, teorie, teóriu, teórii

Στατιστικά δημοτικότητας: θεωρία

Τυχαίες λέξεις