Długopis στα ελληνικά
Μετάφραση: długopis, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στυλό, μάντρα, Πένες, ballpen, Στυλό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- długonogi στα ελληνικά - μακροπόδαρος, leggy, μεγαλώσει το, ψηλά και λεπτά, άνισα
- długookresowy στα ελληνικά - μακροπρόθεσμος, μακροπρόθεσμη, μακροχρόνια, μακροπρόθεσμες, μακροπρόθεσμων
- długoterminowy στα ελληνικά - μακροπρόθεσμος, μακροπρόθεσμη, μακροχρόνια, μακροπρόθεσμες, μακροπρόθεσμων
- długotrwałość στα ελληνικά - μήκος, βιωσιμότητα, αειφορία, βιωσιμότητας, αειφορίας, τη βιωσιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Długopis στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στυλό, μάντρα, Πένες, ballpen, Στυλό
Μεταφράσεις: στυλό, μάντρα, Πένες, ballpen, Στυλό