Στυλό στα πολωνικά

Μετάφραση: στυλό, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pisak, stalówka, kreślić, zagroda, poeta, kojec, wydawca, długopis, pisać, pióro, pióra, pen, ugopis
Στυλό στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στυλό

στυλό cross, στυλό με κάμερα, στυλό διαρκείας, στυλό ή στιλό, στυλό για δώρο, στυλό λεξικό γλώσσας πολωνικά, στυλό στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • στυγνός στα πολωνικά - bezduszny, nieczuły, twardy, brutalny, brutalne, brutalna, brutal, ...
  • στυλοβάτης στα πολωνικά - słup, ostoja, podstawa, lęgnia, lęgnięcie, stojak, rekwizyt, ...
  • στυφός στα πολωνικά - kwaskowaty, ciastko, zgorzkniały, żwawy, tort, zgryźliwy, spiczasty, ...
  • στυφότητα στα πολωνικά - cierpkość, wnikliwość, zgryźliwość, ostrość, uszczypliwość, ściągające, cierpkości, ...
Τυχαίες λέξεις
Στυλό στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pisak, stalówka, kreślić, zagroda, poeta, kojec, wydawca, długopis, pisać, pióro, pióra, pen, ugopis