Daremność στα ελληνικά

Μετάφραση: daremność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ματαιοδοξία, φιλαυτία, κενοδοξία, ματαιότητα, οκνηρία, ματαιοπονία, ματαιότητας, μάταιο, ανώφελο
Daremność στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • darczyńca στα ελληνικά - δότης, δωρητής, δότη, του δότη, δωρητή
  • daremnie στα ελληνικά - άπραγη, άπραγοι, σιωπηλοί, αδρανής, απαθείς
  • daremny στα ελληνικά - αργόσχολος, τεμπέλης, άνεργος, αδρανής, μάταιος, μάταιη, μάταιο, ...
  • darmo στα ελληνικά - αυτεξούσιος, τσάμπα, δωρεάν, χωρίς χρέωση, χρεώνεται
Τυχαίες λέξεις
Daremność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ματαιοδοξία, φιλαυτία, κενοδοξία, ματαιότητα, οκνηρία, ματαιοπονία, ματαιότητας, μάταιο, ανώφελο