Λέξη: κίτρινος

Σχετικές λέξεις: κίτρινος

κίτρινος τύπος στο extra 3, κίτρινος βασιλιάς, κίτρινος τύπος με τον μάκη τριανταφυλλόπουλο, κίτρινος πυρετός εμβόλιο, κίτρινος φάκελος, κίτρινος φάκελος καραγάτσης, κίτρινος πυρετός, κίτρινος ποταμός, κίτρινος τύπος, κίτρινος σκίουρος

Συνώνυμα: κίτρινος

δειλός, κροκώδης

Μεταφράσεις: κίτρινος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sallow, yellow, a yellow
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pálido, amarillo, amarilla, color amarillo, amarilla para, de color amarillo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
farblos, fahl, salweide, bleich, gelb, gelbe, gelben, gelber, gelbes
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hâve, jaune, pâlot, couard, jaunâtre, olivâtre, blafard, jaloux, lâche, blême, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pallido, terreo, giallo, gialla, yellow, colore giallo, gialli
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
grito, amarelar, amarelejar, amarelecer, amarelo, amarela, amarelos, amarelas, yellow
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verbleekt, geel, gele, de gele
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
землистый, желтить, пожелтелый, желтеть, желтоватый, желтый, желтого, желтая, желтые, желтым
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gul, gult, gule, det gule
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gul, gult, gula, yellow, guling
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keltainen, paju, keltaista, keltaisia, keltaisen, keltaisena
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bleg, gul, gult, gule, yellow
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
žárlivý, zbabělý, žlutý, žluť, bledý, žlutost, žlutá, žluté, žlutých, žlutou
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zazdrosny, ziemisty, tchórzliwy, żółknąć, zawistny, żółty, blady, żółte, żółta, żółtym, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
irigy, tojássárgája, gyanakvó, gyáva, sárga, sárga színű, a sárga
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sarı, Yellow, sarı bir, san
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
репетувати, закричати, кричати, крик, скандувати, жовтуватий, жовтий, жовта, жовте
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
verdhë, i verdhë, e verdhë, të verdhë, verdha
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
жълт, жълто, жълта, жълти, жълтата
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
жауты, жоўты, желтый, жоўтае
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
umbusklik, kollane, kollase, kollast, kollased, kollaseks
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
požutjeti, kukavički, vrba, žut, žutu, žuti, žućkast, žuta, žute, žuto
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gulur, fölur, gula, gult, gulir, gulann
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
geltonas, geltonos, geltona, geltoną, geltonos spalvos
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dzeltena, kārkls, dzeltens, dzeltenā, saņēma dzelteno, dzeltenas
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
жолта, жолто, жолти, жолтата, жолт
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
galben, galbenă, culoare galbenă, de culoare galbenă
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
rumen, rumena, yellow, rumeno, rumene
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
žltý, žltá, žlutý, yellow, žlté

Στατιστικά δημοτικότητας: κίτρινος

Τυχαίες λέξεις