Dokuczliwy στα ελληνικά
Μετάφραση: dokuczliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορτικός, ενοχλητικός, εμπαθής, κακεντρεχής, μοχθηρός, γκρίνια, κακόκεφο, η γκρίνια, κακόκεφος, κακόκεφη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dokuczliwie στα ελληνικά - κακόβουλα, mischievously, πονηρά
- dokuczliwość στα ελληνικά - ενόχληση, μπελάς, ενόχλησης, όχλησης, όχληση, την ενόχληση
- dokument στα ελληνικά - γράμμα, πράξη, έγγραφο, πιστοποιητικό, εγγράφου, εγγράφων, το έγγραφο, ...
- dokumentacja στα ελληνικά - ύλη, ντοκιμαντέρ, τεκμηρίωση, τεκμηρίωσης, έγγραφα, φάκελο, εγγράφων
Τυχαίες λέξεις
Dokuczliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορτικός, ενοχλητικός, εμπαθής, κακεντρεχής, μοχθηρός, γκρίνια, κακόκεφο, η γκρίνια, κακόκεφος, κακόκεφη
Μεταφράσεις: φορτικός, ενοχλητικός, εμπαθής, κακεντρεχής, μοχθηρός, γκρίνια, κακόκεφο, η γκρίνια, κακόκεφος, κακόκεφη