Domyśleć στα ελληνικά
Μετάφραση: domyśleć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εικασία, μαντεύω, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- domysł στα ελληνικά - κερδοσκοπία, εικασία, μαντεύω, εικασίες, υπόθεση, εικασίας, συγκυρία
- domyślać στα ελληνικά - θεσπέσιος, μαντεύω, υποθέτω, θεϊκός, υποτίθεται, εικασία, ύποπτος, ...
- domyślić στα ελληνικά - μαντεύω, εικασία, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν
- domyślnie στα ελληνικά - σιωπηρά, εμμέσως, έμμεσα, σιωπηρώς, σιωπηρή
Τυχαίες λέξεις
Domyśleć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εικασία, μαντεύω, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν
Μεταφράσεις: εικασία, μαντεύω, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν