Dopiąć στα ελληνικά

Μετάφραση: dopiąć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταφέρνω, αντεπεξέρχομαι, διευθύνω, πυξίδα, πυξίδας, της πυξίδας, την πυξίδα, πυξίδων
Dopiąć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dopisek στα ελληνικά - καταχώρηση, προσθήκη, υποσημείωση, υστερόγραφο, PostScript, βραδιά στο υστερόγραφο, στο υστερόγραφο
  • dopisywać στα ελληνικά - προσθέτω, προσάρτηση, επισυνάπτει, προσαρτήσει, επισυνάψει, προσαρτήσετε
  • dopomagać στα ελληνικά - επικουρία, βοήθεια, αρωγή, βοηθός, βοηθήσει, βοηθήσουν, να βοηθήσει, ...
  • dopominać στα ελληνικά - απαίτηση, ζήτηση, απαιτώ, ζητώ
Τυχαίες λέξεις
Dopiąć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταφέρνω, αντεπεξέρχομαι, διευθύνω, πυξίδα, πυξίδας, της πυξίδας, την πυξίδα, πυξίδων