Λέξη: κυρία

Σχετικές λέξεις: κυρία

κυρά σαρακοστή, κυρία κοκοβίκου, κυρία με τας καμελίας, κυρία κα, κυρία πατούλη, κυρία δήμαρχος, κυρία ή κα, κυρία με τας καμελίας vs τραβιάτα, κυρία των μέσα μου ανέμων, κυρία δικαστά

Συνώνυμα: κυρία

ντάμα, δοκός, μεσαία δοκός στήριξης, κυρία δοκός στήριξης, μυλαίδη, ερωμένη, διδασκάλισσα, παλλακίδα

Μεταφράσεις: κυρία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lady, gentlewoman, madam, mistress, Mrs., Mrs
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
dama, señora, la señora, mujer, lady
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
adlige, dame, tante, geliebte, Dame, Lady, Frau
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
noble, reine, dame, Lady, femme, Vierge
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
donna, dama, gentildonna, signora, lady, della signora
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dama, senhora, colher, Lady, mulher, da senhora
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mevrouw, dame, lady, vrouw
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мать, женщина, богоматерь, леди, дама, дворянка, госпожа, сударыня, камеристка, барыня, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dame, lady, damen, vende dame, dame som
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dam, lady, damen, kvinna, dam som
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
täti, aatelisnainen, nainen, rouva, lady, leidi
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
dame, lady, damen, kvinde
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dáma, žena, paní, Lady, dámě
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dama, pani, lady, damy, damo
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hölgy, lady, hölgyet, nő
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hanım, bayan, hanımefendi, lady, kadın, bir bayan
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
леді, юнаки, камеристка, дама, Леди
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
zonjë, grua, lady, zonja, grua e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дама, Лейди, Lady, жена
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лэдзі, ледзі
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
saatjadaam, leedi, daam, Lady, daami
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gospođa, dama, gospođu, gospodarica, ledi, Lady, Gospa, žena
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
konan, kona, dama, Lady, frú
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
domina
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dama, ponia, lady, panele, moteris, mergina
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kundze, dāma, lady, sieviete, dāmu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дама, дамата, девојка, дама на, жена
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
doamnă, doamna, femeie, lady, doamne
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dáma, gospa, lady, dama, ženska
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
paní, dáma, žena, lady

Στατιστικά δημοτικότητας: κυρία

Τυχαίες λέξεις