Dorozumieć στα ελληνικά
Μετάφραση: dorozumieć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπεραίνω, εικασία, μαντεύω
Μεταφράσεις
- dorosły στα ελληνικά - ενήλικος, ενήλικας, ενηλίκων, ενήλικα, των ενηλίκων
- dorota στα ελληνικά - Dorothy, Ντόροθι, Ντόροθυ, Η Dorothy, της Dorothy
- dorożka στα ελληνικά - τροχοδρομώ, ταξί, αμάξι, καμπίνα, καμπίνας, θαλάμου οδήγησης
- dorożkarz στα ελληνικά - ταξιτζής, αμαξάς, cabby, ταξιτζή, σωφέρ
Τυχαίες λέξεις
Dorozumieć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπεραίνω, εικασία, μαντεύω
Μεταφράσεις: συμπεραίνω, εικασία, μαντεύω