Dzielić στα ελληνικά

Μετάφραση: dzielić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοίρα, μοιράζω, όμιλος, ρυάκι, διχοτομία, σύμπλεγμα, σκαλίζω, γλύφω, διχοτομώ, ομάδα, απονέμω, ρέω, λαξεύω, διανέμω, μοιράζομαι, κλήρος, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο
Dzielić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dziekański στα ελληνικά - πρύτανης, κοσμήτορας, Dean, κοσμήτορα, πρύτανη
  • dzielenie στα ελληνικά - διαιρώ, διαίρεση, μεραρχία, διχάζω, χωρίζω, διχασμός, τμήμα, ...
  • dzielnica στα ελληνικά - γειτονιά, μαχαλάς, τέταρτο, περιουσία, θάλαμος, περιοχή, περιφέρεια, ...
  • dzielnie στα ελληνικά - γενναία, θαρραλέα, θάρρος, γενναιότητα, με γενναιότητα
Τυχαίες λέξεις
Dzielić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοίρα, μοιράζω, όμιλος, ρυάκι, διχοτομία, σύμπλεγμα, σκαλίζω, γλύφω, διχοτομώ, ομάδα, απονέμω, ρέω, λαξεύω, διανέμω, μοιράζομαι, κλήρος, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο