Gwałt στα ελληνικά

Μετάφραση: gwałt, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προπηλακίζω, βιασμός, οργή, βία, προσβολή, κράμβη, βιασμού, βιασμό, βιασμούς, βιασμών
Gwałt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gwałciciel στα ελληνικά - βιαστής, βιαστή, τον βιαστή, ο βιαστής, βιαστές
  • gwałcić στα ελληνικά - κράμβη, παραβαίνω, παραβιάζω, αθετώ, βιασμός, βιασμού, βιασμό, ...
  • gwałtownie στα ελληνικά - σφοδρά, γρήγορα, κοφτά, φλογερά, πρόχειρα, γοργά, βιαίως, ...
  • gwałtowność στα ελληνικά - αυθορμητισμός, βιασύνη, ορμή, βία, βίας, της βίας, τη βία, ...
Τυχαίες λέξεις
Gwałt στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προπηλακίζω, βιασμός, οργή, βία, προσβολή, κράμβη, βιασμού, βιασμό, βιασμούς, βιασμών