Inżynier στα ελληνικά

Μετάφραση: inżynier, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μηχανικός, μηχανεύομαι, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, μηχανικοί
Inżynier στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • inwokacyjny στα ελληνικά - παρακλητικός, επικλητικά
  • inwolucja στα ελληνικά - εμπλοκή, ενέλιξη, παλινδρόμηση, υποστροφή, ενέλιξης
  • inżynieria στα ελληνικά - μηχανική, Μηχανικών, μηχανικής, μηχανικού, Engineering
  • inżynieryjny στα ελληνικά - μηχανική, Μηχανικών, μηχανικής, μηχανικού, Engineering
Τυχαίες λέξεις
Inżynier στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μηχανικός, μηχανεύομαι, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, μηχανικοί