Inercja στα ελληνικά

Μετάφραση: inercja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας
Inercja στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • indywidualny στα ελληνικά - ξεχωριστός, ενικός, ιδιόμορφος, ατομικός, ιδιαίτερος, μοναδικός, προσωπικός, ...
  • indywiduum στα ελληνικά - πρόσωπο, άτομο, άνθρωπος, ατομικός, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, ...
  • inercjalny στα ελληνικά - αδρανειακά, αδρανειακό, αδρανειακή, αδρανειακής, αδρανειακών
  • inercyjny στα ελληνικά - αδρανής, αδρανή, αδρανούς, αδρανές, αδρανείς
Τυχαίες λέξεις
Inercja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας