Λέξη: φωτοστέφανο

Σχετικές λέξεις: φωτοστέφανο

φωτοστέφανο συνώνυμο, φωτοστέφανο φεγγάρι, φωτοστέφανο χριστού, φωτοστέφανο 22 μοιρών, φωτοστέφανο στα αγγλικά, φωτοστέφανο γύρω από φώτα, φωτοστέφανο αγίων

Μεταφράσεις: φωτοστέφανο

φωτοστέφανο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
aura, halo, nimbus, the halo, a halo

φωτοστέφανο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
halo, de Halo, halógeno, aureola, halo de

φωτοστέφανο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heiligenschein, duft, ausstrahlung, aura, Halo, Halogen, Heiligenschein

φωτοστέφανο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ambiance, atmosphère, halo, halogéno, auréole, de Halo, un groupe halogéno

φωτοστέφανο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
atmosfera, alone, aureola, Halo, di Halo, alone di

φωτοστέφανο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
halo, auréola, halogénio, halogéneo, de Halo

φωτοστέφανο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
halo, aureool, Halogeen, stralenkrans

φωτοστέφανο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дуновение, эманация, атмосфера, ореол, предвестник, гало, Halo, Хало, Галоген

φωτοστέφανο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
Halo, halogen, glorie

φωτοστέφανο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Halo, halogen, halo, halo-

φωτοστέφανο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sädekehä, Halo, halogeeni, halogeenilla

φωτοστέφανο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Halo, halogen, glorie, halogen-

φωτοστέφανο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ovzduší, svatozář, Halo, halogenu, atom halogenu, halogenem

φωτοστέφανο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nastrój, aureola, halo, atom fluorowca, fluorowco, fluorowiec

φωτοστέφανο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kipárolgás, aura, lehelet, Halo, halogén, a Halo, halogén-, haiogén

φωτοστέφανο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hale, halo, halodur

φωτοστέφανο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
подув, атмосфера, еманація, аура, гало, Ґало

φωτοστέφανο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
aureolë, lavdi, halo, halogjen, drite

φωτοστέφανο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ореол, Halo, Хало, на Halo

φωτοστέφανο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гало, Гала

φωτοστέφανο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sümptoom, pühapaiste, õhustik, halo, halo-, halogeno, halogeno-, halogeen-

φωτοστέφανο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
halo, halogen, halogena, je Halo, halogenom

φωτοστέφανο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Halo, haló, Geislabaugur, halógen

φωτοστέφανο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
halas, aureolė, Halo, halogenas, halogen

φωτοστέφανο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
oreols, Halo, halogēna atoma, halogèna atoms, halogēn

φωτοστέφανο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
хало, ореол, Halo, ало, ореолот

φωτοστέφανο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
halo, halogen, aura, atomi de halogen, de halogen

φωτοστέφανο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
halo, halogen, ha, je Halo

φωτοστέφανο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
aura, svätožiara, svätožiaru
Τυχαίες λέξεις