Jarzenie στα ελληνικά
Μετάφραση: jarzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενθουσιώδης, πυρακτωμένος, θερμός, λάμψη, λάμπουν, λάμπει, ανάβουν, πυράκτωσης
Μεταφράσεις
- amoniakalny στα ελληνικά - αμμωνιακά, αμμωνιακού, αμμωνιακό, αμμωνιακή, σε αμμωνιακό
- doskonalić στα ελληνικά - επιτυγχάνω, βελτιώνω, τελειοποιώ, τρένο, αναπτύσσομαι, εκπαιδεύω, πραγματοποιώ, ...
- gładki στα ελληνικά - πεδιάδα, εύγλωττος, κηλίδα, γλοιώδης, κάμπος, σκέτος, στιλπνός, ...
- imperializm στα ελληνικά - ιμπεριαλισμός, ιμπεριαλισμού, ιμπεριαλισμό, τον ιμπεριαλισμό, του ιμπεριαλισμού
Τυχαίες λέξεις
Jarzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενθουσιώδης, πυρακτωμένος, θερμός, λάμψη, λάμπουν, λάμπει, ανάβουν, πυράκτωσης
Μεταφράσεις: ενθουσιώδης, πυρακτωμένος, θερμός, λάμψη, λάμπουν, λάμπει, ανάβουν, πυράκτωσης