Jurność στα ελληνικά

Μετάφραση: jurność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πόθος
Jurność στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • doradczy στα ελληνικά - συμβουλευτικός, συμβουλευτική, συμβουλευτικής, συμβουλευτικών, συμβουλευτικές
  • dwużeństwo στα ελληνικά - διγαμία, διγαμίας, η διγαμία, τη διγαμία
  • elektrolit στα ελληνικά - ηλεκτρολύτη, ηλεκτρολυτών, ηλεκτρολύτης, ηλεκτρολύτου, των ηλεκτρολυτών
  • gisernia στα ελληνικά - χυτήριο, χυτηρίου, χυτηρίων, χύτευσης, χυτήρια
Τυχαίες λέξεις
Jurność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πόθος