Λέξη: πάνα
Σχετικές λέξεις: πάνα
πάνα χασέ, πάνα αγκαλιάς, πανακότα συνταγή, πάνα κότα, πάνα βρακάκι ενηλίκων, πάνα βρακάκι, πάνα στα αγγλικά, πάνα για σκύλους, πάνα για γάτες, πάνα μαγιό
Μεταφράσεις: πάνα
πάνα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
diaper, nappy, pad, a diaper, the diaper
πάνα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pañal, pa~nal, pañales, del pañal, el pañal
πάνα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
windel, Windel, zur altmodischen Windel, altmodischen Windel
πάνα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
couche, lange, capiteux, maillot, couches, la couche, érythème
πάνα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fascia, pannolino, pannolini, diaper, del pannolino, da pannolino
πάνα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fralda, fraldas, tecido, diaper, de fraldas
πάνα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
luier, diaper, de luier, luiers
πάνα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
подгузник, пеленка, днепр, полотенце, пеленки, подгузника, пеленок
πάνα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bleie, bleien
πάνα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blöja, blöjan, blöjans
πάνα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaippa, vaipan, diaper, vaippaa, vaipat
πάνα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ble, bleen, bleens
πάνα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
plena, ručník, plenka, opojný, pleny, plenky, plenek
πάνα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dymek, pieluszka, pielucha, pieluchy, diaper, pieluszki
πάνα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pelenka, pelenkát, pelenkának, pelenkához, pelenkán
πάνα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bebek bezi, çocuk bezi, bezi, alt bezi
πάνα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сповивати, пухнатий, пухнастий, підгузник, підгузок, подгузник
πάνα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pelenë, pëlhurë me lajle, pëlhurë me lajle e, lajle, me lajle
πάνα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пелена, памперс, пелените, памперса, за пелени
πάνα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падгузнік
πάνα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mähe, mantel, mähkmekotid
πάνα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jak, pelene, povoj, pjenušav, pelena, pelenski
πάνα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
diaper, bleiu
πάνα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vystyklų, Paklotų, sauskelnių, diaper, Sauskelnės
πάνα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
autiņš, autiņbiksīšu, autiņbiksītes, autiņu, autiņiem
πάνα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пелена, пелени, пелената, пелените, ваша
πάνα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
scutec, scutece, de scutec, scutecul, diaper
πάνα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Plenic, diaper, platna, plenico, plenični
πάνα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
plienka, plienky, plenky