Karzełek στα ελληνικά
Μετάφραση: karzełek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νάνος, διαβολάκι, Elfin, Μικροκαμωμένος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezlik στα ελληνικά - οικοδεσπότης, φιλοξενώ, πλήθος, πληθώρα, πλήθους, πλειάδα, πληθώρας
- inkwizytor στα ελληνικά - ιεροεξεταστής, ανακριτής, ανακριτή, Ιεροεξεταστής, Ιεροεξεταστή, Inquisitor
- istotny στα ελληνικά - στερεός, προστακτική, σχετικός, σημαντικός, αξιόλογος, απαραίτητος, ουσιαστικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Karzełek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νάνος, διαβολάκι, Elfin, Μικροκαμωμένος
Μεταφράσεις: νάνος, διαβολάκι, Elfin, Μικροκαμωμένος