Kategorycznie στα ελληνικά

Μετάφραση: kategorycznie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελείως, ρητώς, απολύτως, κατηγορηματικά, κατηγορηματικά την, κατηγορηματικώς, κατηγορηματικό, κατηγορηματικό τρόπο
Kategorycznie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chusta στα ελληνικά - κάλυμμα, σάλι, μαντήλι, κασκόλ
  • czyn στα ελληνικά - δράση, αγωγή, πράξη, θέληση, διάβημα, βούληση, επενέργεια, ...
  • darmo στα ελληνικά - αυτεξούσιος, τσάμπα, δωρεάν, χωρίς χρέωση, χρεώνεται
  • fatalizm στα ελληνικά - θάνατος, μοιρολατρία, θύμα, μοιρολατρεία, μοιρολατρίας, τη μοιρολατρία, φαταλισμός
Τυχαίες λέξεις
Kategorycznie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελείως, ρητώς, απολύτως, κατηγορηματικά, κατηγορηματικά την, κατηγορηματικώς, κατηγορηματικό, κατηγορηματικό τρόπο