Kończyć στα ελληνικά

Μετάφραση: kończyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποπνιχτικός, τερματισμός, παύω, συμπεραίνω, πραγματοποιώ, επίπτωση, αποτέλεσμα, επιτυγχάνω, τελειώνω, περατώνω, καταφέρω, συμπεραίνομαι, έκβαση, κοντά, πνιγηρός, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη
Kończyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antropomorfizm στα ελληνικά - ανθρωπομορφισμός, ανθρωπομορφισμού, ανθρωπομορφισμό, του ανθρωπομορφισμού, τον ανθρωπομορφισμό
  • beż στα ελληνικά - κανένας, μπεζ, μπέζ, beige, υπόφαιο
  • bibularz στα ελληνικά - σημειωματάριο, να γραψίματος, γραψίματος, Παράθυρο γραψίματος
  • faksymile στα ελληνικά - πανομοιότυπο, φαξ, τηλεομοιοτυπίας, τηλεομοιοτυπία, τηλεομοιοτυπικών
Τυχαίες λέξεις
Kończyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποπνιχτικός, τερματισμός, παύω, συμπεραίνω, πραγματοποιώ, επίπτωση, αποτέλεσμα, επιτυγχάνω, τελειώνω, περατώνω, καταφέρω, συμπεραίνομαι, έκβαση, κοντά, πνιγηρός, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη