Krój στα ελληνικά

Μετάφραση: krój, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγγελιοφόρος, κόβω, ύφος, κοπή, δακτυλογραφώ, είδος, κόψιμο, γραμματοσειρά, σχέδιο, στύλος, στυλ, στιλ, το στυλ, τύπου
Krój στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antropologiczny στα ελληνικά - ανθρωπολογική, ανθρωπολογικές, ανθρωπολογικής, ανθρωπολογικό, ανθρωπολογικά
  • bezpieczeństwo στα ελληνικά - αντίκρισμα, ασφάλεια, ασφάλειας, ασφαλείας, την ασφάλεια, της ασφάλειας
  • elektroencefalograficzny στα ελληνικά - Ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, ηλεκτροεγκεφαλογραφική, ηλεκτροεγκεφαλογραφικού, ηλεκτροεγκεφαλογραφικής, ηλεκτροεγκεφαλικές
  • góry στα ελληνικά - κορυφή, πάνω, Top, Αρχή, Αρχή σελίδας
Τυχαίες λέξεις
Krój στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγγελιοφόρος, κόβω, ύφος, κοπή, δακτυλογραφώ, είδος, κόψιμο, γραμματοσειρά, σχέδιο, στύλος, στυλ, στιλ, το στυλ, τύπου